ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ: ΤΑΣΙΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ

ΤΑΣΙΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
Με φόντο το Αμερικανικό όνειρο
Διαβάζω, σημαίνει σαλπάρω με πανιά τις σελίδες ενός βιβλίου ιστιοφόρου. Σαλπάρω σε κόσμους άγνωστους και γνωστούς συνάμα, σε κόσμους μακρινούς και κοντινούς, σε κόσμους οικείους και ξένους, σαλπάρω για να αποφύγω την αδυσώπητη πραγματικότητα, σαλπάρω για να νιώσω καλύτερα, σαλπάρω για να μην ξεχνώ ότι είμαι άνθρωπος, σαλπάρω για να κάνω ταξίδια εσωτερικά προς την αυτοαναγνώριση και αυτοεπίγνωση τη δική μου και του χωροχρόνου μου.
Η παραπάνω διάγνωση δεν είναι βέβαια ένα παραλήρημα για το τι προσφέρει η ανάγνωση ενός βιβλίου, αλλά η ευτυχής διαπίστωση που κάθε φορά συμβαίνει όταν πέφτει στα χέρια μου ένα καλό βιβλίο. Αμέσως μετά, η θεραπεία είναι μία, όπως μου έχει συστήσει η αναγνωστική πλέον εμπειρία μου. Να γράψω. Ή καλύτερα να συντάξω μια βιβλιοκριτική καθώς μου δημιουργείται ασυνείδητα η ανάγκη ύστερα από την περιδίνηση που μου επεφύλαξε ο συγγραφέας.
Ο λόγος για το νέο βιβλίο του Κώστα Ρόζου, “Αρμενίζοντας προς το Αμερικανικό όνειρο” από τις εκδόσεις Πλοηγός (2005).
Η περιήγηση ξεκινά από το εξώφυλλο, που πραγματικά είναι ένα κόσμημα “στησίματος”. Φόντο το μανιφέστο (manifest), το επίσημο χαρτί επιβίβασης με τα ονόματα των μεταναστών στο πλοίο. Πάνω στο φόντο δεσπόζει μια κάρτα με ένα ατμόπλοιο των αρχών του 20ου αιώνα από αυτά που μετέφεραν στα αμπάρια τους χιλιάδες συντοπίτες μας. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες ο συγγραφέας μοιράζεται μαζί μας τον τρόπο της έρευνάς του και με απαραίτητες λεπτομέρειες, για εμάς τους αδηφάγους λαθρεπιβάτες των ονείρων του, περιγράφει τις μηχανές αναζήτησης στο Διαδίκτυο, τις ιστορικές πηγές, τις μαρτυρίες και όλους όσους με τον έναν ή άλλον τρόπο τον βοήθησαν να συγγράψει αυτό το βιβλίο.
Οι λάτρεις των δικτυακών αναχωρήσεων και των περιηγήσεων στον κυβερνοχώρο, πραγματικά θα απολαύσουν τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας εργάστηκε για να ανασύρει όλα τα στοιχεία που εμπεριέχονται στο βιβλίο του επινοώντας τη “χρονομηχανή”, αυτή που γυρίζει πίσω το χρόνο – το χρόνο του συγγραφέα – στο σημείο μηδέν και δίνει ώθηση στη φαντασία του να εισχωρήσει καλύτερα στην εποχή και σαν δώρο πλουσιοπάροχα να μας την προσφέρει.
Με την επιμονή του φιλεργατικού μυρμηγκιού ο Κώστας συνέλεξε όσες πιο πολλές πληροφορίες μπορούσε σε μια χρονοβόρα έρευνα. Συνάμα κατορθώνει να αποτυπώσει την πραγματικότητα της εποχής εκείνης διηθώντας με την πένα του τα στοιχεία εκείνα που τον οδηγούν τελικά σε μια μεστή και χωρίς πολλά λογοτεχνικά πλουμίδια γραφή. Ο συγγραφέας αναβιώνει την εποχή των αρχών του 20ου αιώνα με τους πολέμους, την οικονομική κρίση, την κρίση των ιδεών, τότε που μάνιαζε το μεταναστευτικό ρεύμα σαν αδυσώπητο κύμα στην προβλήτα της πατρίδας μας και της Ευρώπης. Φωτίζει με γλώσσα λιτή το οικονομικοκοινωνικό πλαίσιο τόσο της χώρας μας, που λειτούργησε σαν χώρα εξαγωγής μεταναστών, όσο και των ΗΠΑ, χώρα υποδοχής, που “χτίστηκε και έριξε τα θεμέλιά της” πάνω στο όνειρο μυριάδων ανθρώπων. Ανθρώπων που κατάφεραν να διαβούν τις πύλες του νησιού Έλλις, του νησιού των δακρύων, όπως εύστοχα αναφέρει ο συγγραφέας για να κατακτήσουν με τη φιλεργατικότητά τους τη νέα ήπειρο.
Στην περίπτωση του Κώστα Ρόζου, του ιδιοκτήτη της αιγειράτικης εφημερίδας Φρουρός, συμβαίνει το εξής: Δύσκολα ο αναγνώστης ξεκολλά απ’ το βιβλίο. Κι αυτό, γιατί δύσκολα ξεχωρίζει το συγγραφέα από τον ερευνητή, το συγγραφέα από τον κοινωνιολόγο και τον ιστορικό. Παίζοντας τους ρόλους με επιτυχία παραδίδει, εντέλει, στο αναγνωστικό κοινό ένα καλογραμμένο βιβλίο που περιέχει μια εμπεριστατωμένη έρευνα σχετικά με τη μετανάστευση υπό την επίβλεψη μιας αυστηρά δουλεμένης γλώσσας.
Παράλληλα με την αναφορά του σε ονόματα ανθρώπων – συγκεκριμένα παραθέτει λίστες με ονόματα συντοπιτών μας από χωριά της Ανατολικής Αιγιάλειας- προσφέρει κι άλλα στοιχεία που συμπληρώνουν το μωσαϊκό του μεταναστευτικού ρεύματος, δίνοντας απαντήσεις στο “γιατί” μπάρκαραν όλοι αυτοί οι συντοπίτες μας και γιατί αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στα ξένα.
Το σταφιδικό πρόβλημα που ταλάνισε την άλλοτε εύπορη περιοχή της Ανατολικής Αιγιάλειας στα τέλη του 19ου αιώνα, είναι ένας από τους παράγοντες που έσπρωξαν τους νέους, στην πλειοψηφία τους άρρενες άντρες, στα ξένα με μια τιγκαρισμένη βαλίτσα στο χέρι, γεμάτους ανασφάλεια αλλά με όνειρα πολλά για τη γη της Επαγγελίας.
Στις 158 σελίδες του βιβλίου του ο συγγραφέας παντρεύει την έρευνα με τη λογοτεχνία και χωρίς να υπερισχύει η μία έναντι της άλλης κατορθώνει να ισορροπήσει ακροβατώντας στο σκοινί μιας ήρεμης και πράας χωρίς εξάρσεις γραφής. Δίνει στοιχεία για ατμόπλοια της εποχής, για τους μετανάστες και τις χώρες προέλευσής τους, παραθέτει φωτογραφικό υλικό και το πιο πολύτιμο, παραδίδει στη μνήμη λίστες με ονόματα ανθρώπων που μπάρκαραν με ακριβείς ημερομηνίες, λιμάνια και ονόματα καραβιών. Η έρευνα εστιάζει στους “αναχωρήσαντες” της περιοχής μας και συγκεκριμένα της Ανατολικής Αιγιάλειας με εμβέλεια από τον Κράθη μέχρι τον Κριό ποταμό. Σαν Πλατανιώτισα στην καταγωγή ήθελα να δω ονόματα συγγενών μου που κράτησαν το αμερικάνικο όνειρο στις παλάμες τους, όπως τα παιδιά αιχμαλωτίζουν το φεγγάρι στη χούφτα τους, κατά πως λέει κι ο Ρίτσος.
Ο θείος μου Νικόλαος Ευσταθίου, αδελφός του παππού μου, μπάρκαρε από το λιμάνι της Πάτρας έναν Μάη του 1915 με το πλοίο η ΠΑΤΡΙΣ και πορεύτηκε στη φιλόξενη αμερικάνικη ήπειρο με το όνομα Νικ Πούλος – θυμάμαι ακόμα τα μπαούλα με τα πράγματα που μας έστελνε και με χρυσά γράμματα το όνομά του στο σκέπασμα – μιας και το Ευσταθίου ήταν κομμάτι δύσκολο και μη εύηχο στην αγγλόφωνη Οκλαχόμα. Έφτιαξε οικογένεια και πρόκοψε, και τα δισέγγονά του, Έλληνες τέταρτης γενιάς, ακόμα και σήμερα επισκέπτονται την Ελλάδα για να γνωρίσουν τα πάτρια εδάφη. Οι πληροφορίες αυτές δόθηκαν με e-mail από τον πάντα ευγενέστατο Κώστα που όντας συνδρομητής της μηχανής αναζήτησης, μου έλυσε την απορία για τον ξενιτεμένο παππού και για τη μη καταχώρηση ονομάτων από την Κραθίδα (Πλάτανοι – Καλαμιάς).
Ο συγγραφέας έχει κερδίσει το στοίχημα να συγκινήσει τον αναγνώστη. Ο αναγνώστης θα σαλπάρει για τους μακρινούς κόσμους. Θα δει να ζωντανεύει σαν ταινία το φευγιό των δικών του ανθρώπων, σαν μια πολυπαιγμένη ταινία ξεθωριασμένη μεν αλλά με τόσα σύγχρονα και επίκαιρα στοιχεία με άλλους πρωταγωνιστές τώρα, τους ρακένδυτους οικονομικούς και θρησκευτικούς μετανάστες της ασιατικής γης, της γείτονος Αλβανίας και τόσους άλλους που βλέπουν στη χώρα μας τη νέα τους πατρίδα.
Έτσι για να μην ξεχνάμε ότι κάποτε κι εμείς αφήσαμε το πιο παραγωγικό, το πιο προοδευτικό κομμάτι της νεολαίας μας να σαλπάρει. Έτσι για να μην ξεχνάμε ότι κι η Ελλάδα δεν ξέφυγε τη μοίρα των πολιτισμένων κρατών και μετατράπηκε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία στην οποία καλούμαστε να ζήσουμε, να μοιραστούμε, να δουλέψουμε αρμονικά και να συμβιώσουμε με τους “διαφορετικούς άλλους”. Κι αυτό συνάγεται έμμεσα από την ανάγνωση του βιβλίου. Κρύβεται αθώα πίσω από τις λέξεις και καιροφυλακτεί για να μας δοκιμάσει. Να δοκιμάσει την ανθρωπιά μας. Το βαθμό πολιτισμού μας.
Σε ευχαριστούμε, Κώστα, για τη ρότα που νοερά μας χάραξες. Θα έχουμε την ευκαιρία το καλοκαίρι να σεργιανίσουμε στις σελίδες του βιβλίου σου με τη βιβλιοθήκη της Αναγέννησης και να πούμε όσα δεν είπαμε και δεν γράψαμε… εν πλω.
* Η Αναστασία Ευσταθίου είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας.

το νησί τής ελπίδας...

το νησί τής ελπίδας...